- θερμίων
- θέρμιονneut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Θερμίων — Θέρμιος masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ιωαννίκιος — Όνομα τριών πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως. 1. I. A’ (τέλη 15ου – μέσα 16ου αι.). Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1522 24). Αφού καθαιρέθηκε από δύο συνόδους (Κωνσταντινούπολης και Ιεροσολύμων), οι οποίες αποκατέστησαν στον θρόνο τον Ιερεμία,… … Dictionary of Greek
Τζια — Άλλη ονομασία του νησιού Κέα των Κυκλάδων. Αξιοσημείωτο είναι, ότι η Εκκλησία διατηρούσε άλλοτε την επισκοπή Τζίας και Θερμίων με έδρα την Κέα. Από τη λέξη Τζία προέρχεται η Τ. Τελευταίος επίσκοπος υπήρξε ο Μητροφάνης Οικονομίδης, που πέθανε το… … Dictionary of Greek